Русия води позорна война срещу Украйна.     Бъдете с Украйна!
Споделяне
Размер на шрифта
Оригинален текст
Размяна на местата на текста и превода

La casa dell'amore

Lei mi dice «Non fare l’idiota,
è inutile combattere,
lasciati calare giù le mutande
e ritorna su di me.»
 
Questa è l’unica cosa che il fisco
non ci potrà rubare.
Fu così che mi abbandonai nudo,
nudo sulla sua nudità…
nudità…
 
E di nuovo con lei m’incendiai,
nella foga dei baci suoi.
Mi diceva «Stai dentro di me,
non uscire mai più, ti prego.»
 
Fuori è pieno di gente che ruba
e non dice la verità,
e si vogliono convincere che i ladri
sono soltanto al governo…
al governo…
al governo…
al governo…
 
Tutti vogliono cambiare, ma poi non ce n’è uno che parla per sé.
L’uomo che governa non deve rubare, ma la gente lo può fare.
La mentalità è questa qua, dell’uomo che cambiare non vuole.
Mi rifugiavo in lei, la baciavo e poi le dicevo:
«Ti amo, io ti amo».
 
I felini movimento di lei
m’inebriavano l’anima.
Ci sembrava di volare insieme
al di fuori dei nostri corpi.
 
Mi chiedevo come vivere può
un amore grande così,
se la società è costruita
sulla malafede e l’inganno…
e l’inganno…
e l’inganno…
e l’inganno…
 
Ci pareva di rubare l’amore
alla gente che muore di fame.
 
Gli spari della Bosnia1
sembravano avvicinarci di più.
 
E come isolati dal gemito
nell’egoismo umano,
lei si rifugiava in me,
mi baciava, e poi mi diceva:
«Ti amo…»
«Ti amo…»
 
Ma sentivo che non c’era per noi
più tempo da perdere.
E staccandomi da lei che piangeva,
mi sono rivestito io.
 
Per volere andare fuori a combattere
la disonestà dell’uomo,
che, come una minaccia, bussava
nella casa mia dell’amore…
dell’amore…
dell’amore…
dell’amore…
 
Tutti vogliono cambiare, ma poi non ce n’è uno che parla per sé.
L’uomo che governa non deve rubare, ma la gente lo può fare.
La mentalità è questa qua, dell’uomo che cambiare non vuole.
Lui si rifugiava in lei, la baciava e poi le diceva:
«Ti amo, io ti amo»
«Ti amo, io ti amo»
«Ti amo, io ti amo»
«Ti amo, io ti amo»
«Ti amo, io ti amo»
«Ti amo, io ti amo»
 
Превод

Το σπίτι της αγάπης

Εκείνη μου λέει: «Μην κάνεις το χαζό,
δεν αξίζει ν’ αγωνίζεσαι,
άσε να πέσει κάτω το σώβρακό σου
κι έλα πάλι επάνω μου».
 
Αυτό είναι το μόνο πράγμα που η εφορία
δεν μπορεί να μας κλέψει».
Κι έτσι αφέθηκα γυμνός,
γυμνός πάνω στη γύμνια της...
γύμνια...
 
Και ξαναπήρα φωτιά μαζί της,
μες στην έξαψη των φιλιών της.
Μου έλεγε: «Μείνε μέσα μου,
μην ξαναβγείς ποτέ πια, σε παρακαλώ».
 
Έξω είναι γεμάτο από ανθρώπους που κλέβουν
και δεν λένε την αλήθεια,
και προσπαθούν να πείσουν ο ένας τον άλλο
ότι οι κλέφτες βρίσκονται μόνο στην κυβέρνηση
στην κυβέρνηση...
στην κυβέρνηση...
στην κυβέρνηση...
 
Όλοι θέλουν ν’ αλλάξουν, αλλά μετά δεν υπάρχει
ούτε ένας που να μιλά για λογαριασμό του.
Εκείνος που κυβερνά δεν πρέπει να κλέβει,
ο κόσμος όμως μπορεί να το κάνει.
Αυτή είναι η νοοτροπία του ανθρώπου
που δεν θέλει ν’ αλλάξει.
Έβρισκα καταφύγιο μέσα της, τη φιλούσα
κι έπειτα της έλεγα:
«Σ’ αγαπώ, εγώ σ’ αγαπώ».
 
Οι γατήσιες κινήσεις της
μου μεθούσαν την ψυχή.
Μας φαινόταν ότι πετούσαμε μαζί
έξω από τα κορμιά μας.
 
Διερωτόμουν πώς μπορεί να ζει
έτσι ένας τόσο μεγάλος έρωτας,
αφού η κοινωνία είναι χτισμένη
πάνω στην κακή πίστη και στην απάτη...
και στην απάτη...
και στην απάτη....
και στην απάτη...
 
Μας φαινόταν ότι κλέβαμε την αγάπη
από τους ανθρώπους που πεθαίνουν από την πείνα.
 
Οι πυροβολισμοί της Βοσνίας
έμοιαζε να πλησιάζουν όλο και περισσότερο.
 
Και καθώς ήμασταν απομονωμένοι από τον στεναγμό μες στον ανθρώπινο εγωισμό,
εκείνη έβρισκε καταφύγιο σ’ εμένα,
με φιλούσε κι έπειτα μου έλεγε:
«Σ’ αγαπώ...»
«Σ’ αγαπώ...»
 
Ένιωθα όμως ότι δεν υπήρχε για μας
πια καιρός για χάσιμο.
Και ξεκολλώντας από επάνω της, ενώ έκλαιγε,
ξαναντύθηκα.
 
Γιατί ήθελα να βγω έξω ν’ αντιπαλέψω
με την ατιμία του ανθρώπου,
που χτυπούσε απειλητικά
την πόρτα του σπιτιού της αγάπης μου...
της αγάπης μου...
της αγάπης μου...
της αγάπης μου...
 
Όλοι θέλουν ν’ αλλάξουν, αλλά μετά δεν υπάρχει
ούτε ένας που να μιλά για λογαριασμό του.
Εκείνος που κυβερνά δεν πρέπει να κλέβει,
ο κόσμος όμως μπορεί να το κάνει.
Αυτή είναι η νοοτροπία του ανθρώπου
που δεν θέλει ν’ αλλάξει.
Αυτός έβρισκε καταφύγιο μέσα της, τη φιλούσε
κι έπειτα της έλεγε:
«Σ’ αγαπώ, εγώ σ’αγαπώ»
«Σ’ αγαπώ, εγώ σ’αγαπώ»
«Σ’ αγαπώ, εγώ σ’αγαπώ»
«Σ’ αγαπώ, εγώ σ’αγαπώ»
«Σ’ αγαπώ, εγώ σ’αγαπώ»
«Σ’ αγαπώ, εγώ σ’αγαπώ»
 
Adriano Celentano: 3-те най-преглеждани
Коментари