Πετάει με σπασμένο φτερό, ακόμη και τώρα έχει χάρη, σαν άγγελος,
αλλά βλέπω, δάκρυα να τρέχουν σιγανά.
Τη μάχη που έχει δει αυτή την άνοιξη, όταν τίποτε δεν έρχεται χορεύοντας
πληρώνοντας ένα γοητευτικό ποσό, κι ακόμη που χαμογελά.
Και δε το αντέχω, όχι δε μπορώ παρά να αναρωτηθώ...
Γιατί θυσιάζουμε τους όμορφους?
Πώς σπας μια καρδιά από χρυσό?
Γιατί θυσιάζουμε τις όμορφες ψυχές μας?
Ήρωες αφανών ιστοριών, ανείπωτων.
Τραγουδά γλυκά σαν άγγελος, δεν έχει τίποτα αλλά το τελευταίο, ελεύθερο, αδίσταχτα
Και είμαι ταπεινός, είναι ένας σπασμένος καθρέφτης, και δε μπορώ παρά να αναρωτηθώ...
Γιατί θυσιάζουμε τους όμορφους?
Πώς σπας μια καρδιά από χρυσό?
Γιατί θυσιάζουμε τις όμορφες ψυχές μας?
Ήρωες αφανών ιστοριών, ανείπωτων.
Γιατί θυσιάζουμε τους όμορφους?
Γιατί όταν προχωράνε με αγάπη μόνοι τους?
Γιατί θυσιάζουμε τις όμορφες ψυχές μας?
Προσπαθώντας να βρουν το δρόμο για το σπίτι.